Το βιβλίο αυτό γράφτηκε σαν αντίδραση στην κατάσταση της Αμερικής το 1968. Στη συγγραφή του μ' έσπρωξε η πεποίθηση πως βρισκόμαστε σ' ένα σταυροδρόμι: ο ένας δρόμος οδηγεί - αν όχι στην καταστροφή με θερμοπυρηνικό πόλεμο - σε μια πέρα για πέρα μηχανοποιημένη κοινωνία με τον άνθρωπο σαν ένα ανίσχυρο γρανάζι στη μηχανή. Ο άλλος οδηγεί στην αναγέννηση του ουμανισμού και της ελπίδας - σε μια κοινωνία που βάζει την τεχνική στην υπηρεσία της ευημερίας του ανθρώπου. Βασίζεται στην πεποίθηση ότι τις απαραίτητες καινούργιες λύσεις μπορούμε να τις βρούμε με τη βοήθεια της λογικής και της φλογερής αγάπης για τη ζωή και όχι με τον παραλογισμό και το μίσος.
Ι. Τα σταυροδρόμια
Ανάμεσά μας πλανιέται ένα φάντασμα που λίγοι μονάχα μπορούν να το δουν ξεκάθαρα. Δεν είναι το παλιό φάντασμα του κομμουνισμού ή του φασισμού. Είναι ένα νέο φάντασμα: μια πέρα για πέρα μηχανοποιημένη κοινωνία, αφοσιωμένη στη μέγιστη δυνατή παραγωγή και κατανάλωση, κατευθυνόμενη από κομπιούτερ. Και σ' αυτό το κοινωνικό προτσές, ο ίδιος ο άνθρωπος μετατρέπεται σε εξάρτημα της όλης μηχανής, καλοτρώγοντας και καλοπερνώντας, αλλά απαθής, άψυχος, με ελάχιστα αισθήματα. Με τη νίκη της νέας κοινωνίας θα εξαφανιστούν ο ατομικισμός και η ιδιωτική ζωή. Τα αισθήματά μας για τους άλλους θα φαμπρικάρονται από ψυχολογικούς διαμορφωτές και άλλες συσκευές, ή με παραισθησιογόνα, που χρησιμεύουν παράλληλα και για ένα νέο είδος ενδοσκοπικής εμπειρίας. Όπως γράφει ο Σμπίγκνιεφ Μπρζεζίνσκι, "στην τεχνετρονική κοινωνία φαίνεται πως θα επικρατεί η τάση της συγκέντρωσης της ατομικής υποστήριξης εκατομμυρίων ασυντόνιστων πολιτών, πράγμα που θα το κάνουν εύκολα μαγνητικές και ελκτικές προσωπικότητες εκμεταλευόμενες αποτελεσματικά τις πο πρόσφατες τεχνικές επικοινωνίας για να χειραγωγούν και να κατευθύνουν τα συναισθήματα και να ελέγχουν τη λογική". Αυτή τη νέα μορφή κοινωνίας την πρόβλεψαν με τη μορφή μυθιστορήματος ο Όργουελ στο έργο του "1984" και ο Άλντους Χάξλεϋ στο έργο "Ο Θαυμαστός Καινούργιος Κόσμος" (Brave New World).
Η πιο ανησυχητική πλευρά για την ώρα μπορεί να είναι ότι βλέπουμε να χάνουμε τον έλεγχό μας πάνω στο σύστημά μας. Εκτελούμε αποφάσεις που παίρνουν για μας οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές μας. Σαν ανθρώπινα όντα δεν έχουμε άλλους σκοπούς από το να παράγουμε και να καταναλώνουμε ολοένα και πιο πολύ. Δεν επιθυμούμε τίποτα κι ούτε θέλουμε να επιθυμούμε κάτι. Βρισκόμαστε κάτω από την απειλή του αφανισμού με τα πυρηνικά όπλα, και της εσωτερικής απονέκρωσης με την απάθεια που δημιουργεί ο αποκλεισμός μας από την υπεύθυνη λήψη αποφάσεων.
Πώς φτάσαμε σ'αυτό το σημείο; Πώς έγινε κι ο άνθρωπος, έχοντας φτάσει στο αποκορύφωμα της κυριαρχίας του πάνω στη φύση, έγινε αιχμάλωτος των δικών του δημιουργημάτων και βρίσκεται μπροστά στο σοβαρό κίνδυνο να καταστρέψει τον εαυτό του;
Αναζητώντας την επιστημονική αλήθεια, ο άνθρωπος κατέκτησε τις γνώσεις που μπορούσε να χρησιμοποιήσει για την κυριαρχία του πάνω στη φύση. Η επιτυχία του ήταν καταπληκτική. Δίνοντας όμως μονόπλευρα έμφαση στην τεχνική και την υλική κατανάλωση, ο άνθρωπος έχασε την επαφή με τον εαυτό του, με τη ζωή. Έχοντας χάσει την πνευματική πίστη και τις ουμανιστικές αξίες που συνδέονται μ' αυτή, συγκέντρωσε όλη την προσοχή του στις τεχνικές και υλικές αξίες κι έχασε την ικανότητα για έντονα συναισθηματικά βιώματα και για τη χαρά και τη λύπη που τα συνοδεύουν. Η μηχανή που κατασκεύασε έγινε τόσο παντοδύναμη, που έφτιαξε δικό της πρόγραμμα, το οποίο καθορίζει σήμερα αυτή τούτη τη σκέψη του ανθρώπου.
Προς το παρόν, ένα από τα πιο σοβαρά συμπτώματα του συστήματός μας είναι το γεγονός ότι η οικονομία μας στηρίζεται πάνω στην παραγωγή όπλων (συν τη διατήρηση ολόκληρου του αμυντικού μηχανισμού) και στην αρχή της μέγιστης δυνατής κατανάλωσης. Έχουμε ένα οικονομικό σύστημα που λειτουργεί καλά μονάχα αν παράγουμε προϊόντα που μας απειλούν με φυσική καταστροφή, μονάχα αν μετατρέπουμε το άτομο σε ολοκληρωτικά απαθή καταναλωτή, με αποτέλεσμα να το απονεκρώνουμε, και μονάχα αν έχουμε δημιουργήσει μια γραφειοκρατία που κάνει το άτομο να νιώθει ανίσχυρο.
Βρισκόμαστε μπροστά σ' ένα τραγικό άλυτο δίλημμα: Πρέπει να δημιουργούμε αρρωστημένους ανθρώπους για να έχουμε υγιή οικονομία, ή είναι δυνατό να χρησιμοποιήσουμε τους υλικούς πόρους μας, τις εφευρέσεις μας, τα κομπιούτερ μας με τρόπο που να εξυπηρετούν τους σκοπούς του ανθρώπου; Πρέπει τα άτομα να είναι απαθή και εξαρτημένα για να έχουμε οργανώσεις γερές που να λειτουργούν στην εντέλεια;
Οι απαντήσεις σ' αυτά τα προβλήματα διαφέρουν. Ανάμεσα σε κείνους που αναγνωρίζουν την επαναστατική και δραστική αλλαγή στη ζωή του ανθρώπου, που θα μπορούσε να την πραγματοποιήσει η "μεγαμηχανή", είναι οι συγγραφείς που υποστηρίζουν ότι η νέα κοινωνία είναι αναπόφευκτη, κι έτσι, ότι δεν υπάρχει χώρος για αντιρρήσεις ως προς τα καλά της. Παράλληλα νιώθουν συμπάθεια για την καινούργια κοινωνία, αν και εκφράζουν κάποιους φόβους για το τι μπορεί να κάνει στον άνθρωπο όπως τον ξέρουμε. Αντιπρόσωποι αυτής της τάσης είναι ο Σμπίγκνιεφ Μπρζεζίνσκι κι ο Χ. Καν. Στην άλλη άκρη του φάσματος βρίσκεται ο Ζακ Ελύλ, που στο έργο του "Τεχνολογική Κοινωνία" (Τechnological Society) περιγράφει με μεγάλη δύναμη τη νέα κοινωνία προς την οποία βαδίζουμε και την καταστροφική επίδρασή της πάνω στον άνθρωπο. Αντιμετωπίζει το φάντασμα στην τρομακτική του έλλειψη ανθρωπιάς. Το συμπέρασμά του δεν είναι πως θα επικρατήσει η νέα κοινωνία, αν και φρονεί ότι, σύμφωνα με το νόμο των πιθανοτήτων, μπορεί και να επικρατήσει. Βλέπει όμως μια δυνατότητα, σύμφωνα με την οποία η απανθρωπισμένη κοινωνία μπορεί να μην είναι ο νικητής "αν ένας όλο και μεγαλύτερος αριθμός ανθρώπων αποκτήσουν επίγνωση της απειλής που δημιουργεί ο τεχνολογικός κόσμος για την προσωπική και πνευματική ζωή του ανθρώπου και αν αποφασίσουν να προασπίσουν την ελευθερία τους ανατρέποντας την πορεία αυτής της εξέλιξης". Η θέση του Λιούις Μάμφορντ μπορεί να χαρακτηριστεί παρόμοια με τη θέση του Ελύλ. Στο βαθύ και θαυμαστό έργο του "Ο Μύθος της Μηχανής" (The Myth of the Machine) περιγράφει τη "μεγαμηχανή", ξεκινώντας από τις πρώτες εκδηλώσεις της στην αιγυπτιακή και βαβυλωνιακή κοινωνία. Αλλά σε αντίθεση μ' εκείνους που, όπως οι συγγραφείς που αναφέρθηκαν παραπάνω, αναγνωρίζουν το φάντασμα είτε με συμπάθεια είτε με τρόμο, βρίσκεται η πλειονότητα των ανθρώπων, όσοι βρίσκονται στην κορυφή του κατεστημένου, και ο μέσος πολίτης, που δε βλέπει κανένα φάντασμα. Πιστεύουν στην παλιά και ξεπερασμένη πια πίστη του 19ου αιώνα, σύμφωνα με την οποία η μηχανή θα συμβάλει στο να γίνει πιο ελαφρύς ο μόχθος του ανθρώπου, θα παραμείνει μέσο για την επίτευξη ενός σκοπού, και δε βλέπουν τον κίνδυνο που δημιουργείται αν η τεχνολογία αφεθεί ν' ακολουθήσει τη δική της λογική, οπότε μπορεί να καταντήσει μια καρκινωματική απόφυση που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο το συγκροτημένο σύστημα του ανθρώπου και της κοινωνικής ζωής. Η θέση που παίρνει αυτό το βιβλίο είναι καταρχήν εκείνη του Μάμφορντ και του Ελύλ. Είναι ίσως διαφορετική από την άποψη ότι διαβλέπω μια κάπως μεγαλύτερη δυνατότητα αναστήλωσης του κοινωνικού συστήματος κάτω από τον έλεγχο του ανθρώπου. Οι ελπίδες που έχω σ' αυτό τον τομέα βασίζονται στους ακόλουθους παράγοντες:
1. Το σημερινό κοινωνικό σύστημα μπορεί να γίνει κατανοητό πολύ καλύτερα αν συνδέσουμε το σύστημα "Άνθρωπος" με το όλο σύστημα. Η ανθρώπινη φύση δεν είναι ένα αφηρημένο ούτε και ένα απεριόριστα πλαστικό και κατά συνέπεια δυναμικά αμελητέο σύστημα. Έχει τις δικές της ιδιαίτερες ιδιότητες, τους δικούς της ιδιαίτερους νόμους και τις δικές της εναλλακτικές λύσεις. Η μελέτη του συστήματος Άνθρωπος μας επιτρέπει να διαπιστώσουμε τι κάνουν στον άνθρωπο ορισμένοι παράγοντες του κοινωνικο-οικονομικού συστήματος, με ποιο τρόπο οι διαταραχές στο σύστημα Άνθρωπος προκαλούν διαταραχές στην ισορροπία του όλου κοινωνικού συστήματος. Εισάγοντας τον ανθρώπινο παράγοντα στην ανάλυση του όλου συστήματος, είμαστε καλύτερα προπαρασκευασμένοι να κατανοήσουμε τη δυσλειτουργία του, και να καθορίσουμε νόρμες που συνδέουν την υγιή οικονομική λειτουργία του συστήματος με τη βέλτιστη ευημερία των ανθρώπων που συμμετέχουν σ' αυτό το κοινωνικό σύστημα. Φυσικά, όλα αυτά ισχύουν μονάχα αν υπάρχει συμφωνία πως η μέγιστη δυνατή ανάπτυξη του ανθρώπινου συστήματος από την άποψη της δομής του - δηλαδή της ανθρώπινης ευημερίας - αποτελεί πρωταρχικό σκοπό.
2. Η αυξανόμενη δυσαρέσκεια από το σημερινό τρόπο ζωής, η παθητικότητά του και η σιωπηλή βαριεστημάρα, η έλλειψη ιδιωτικής ζωής και η αποπροσωποποίηση που τον χαρακτηρίζει, καθώς και η επιθυμία για μια χαρούμενη και γεμάτη νόημα ύπαρξη, που να ικανοποιεί τις ειδικές εκείνες ανάγκες, τις οποίες ο άνθρωπος έχει αναπτύξει στις τελευταίες χιλιετηρίδες της ιστορίας του, και οι οποίες τον κάνουν να διαφέρει από τα ζώα, όπως και από το κομπιούτερ. Αυτή η τάση γίνεται ακόμα πιο έντονη επειδή το μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού έχει κιόλας γευτεί την πλήρη υλική ικανοποίηση και έχει ανακαλύψει ότι ο παράδεισος του καταναλωτή δε χαρίζει την αναμενόμενη ευτυχία. (Φυσικά οι φτωχοί δεν είχαν ακόμα τη δυνατότητα να το διαπιστώσουν, εκτός από το ότι παρατηρούν την έλλειψη χαράς εκείνων που "έχουν καθετί που θα μπορούσε να επιθυμήσει ο άνθρωπος").
Οι ιδεολογίες και οι ιδέες έχουν χάσει πολύ από το θέλγητρό τους. Οι παραδοσιακές στερεότυπες φράσεις όπως "δεξιός" και "αριστερός" ή "κομμουνισμός" και "καπιταλισμός" έχουν χάσει τη σημασία τους. Οι άνθρωποι αναζητούν ένα νέο προσανατολισμό, μια νέα φιλοσοφία, που να έχει για κέντρο της τις προτεραιότητες της ζωής και όχι τις προτεραιότητες του θανάτου.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες και σ' ολόκληρο τον κόσμο παρατηρείται μια όλο και μεγαλύτερη πόλωση: Υπάρχουν εκείνοι που νιώθουν έλξη για τη βία, το "νόμο και την τάξη", για τις γραφειοκρατικές μεθόδους και ενδεχόμενα για τη μη ζωή, καθώς κι εκείνοι που νιώθουν βαθιά αγάπη για τη ζωή, για νέες στάσεις συμπεριφοράς και όχι για έτοιμα σχέδια και σχήματα. Αυτό το νέο μέτωπο είναι ένα κίνημα που συνδυάζει την επιθυμία για βαθιές αλλαγές στην οικονομική και κοινωνική πρακτική μας με αλλαγές στην ψυχική και πνευματική θεώρηση της ζωής. Στην πιο γενική μορφή του, σκοπός του είναι η δραστηριοποίηση του ατόμου, η αποκατάσταση του ελέγχου του ανθρώπου πάνω στο κοινωνικό σύστημα, ο εξανθρωπισμός της τεχνολογίας. Είναι ένα κίνημα στο όνομα της ζωής κι αν έχει μια τόσο πλατιά και κοινή βάση, αυτό το οφείλει στο ότι η απειλή ενάντια στη ζωή σήμερα δεν είναι απειλή ενάντια σε μια τάξη ή ένα έθνος, αλλά απειλή ενάντια σ' όλους μας.
Στα κεφάλαια που ακολουθούν επιχειρείται η λεπτομερειακή εξέταση μερικών από τα προβλήματα που σκιαγραφήθηκαν εδώ, ιδιαίτερα εκείνων που συνδέονται με τη σχέση ανάμεσα στον άνθρωπο και το κοινωνικο-οικονομικό σύστημα.
Υπάρχει ωστόσο ένα σημείο που πρέπει να ξεκαθαριστεί από την αρχή. Σήμερα υπάρχει μια πολύ διαδομένη απογοήτεση σχετικά με τη δυνατότητα αλλαγής της πορείας που έχουμε ακολουθήσει. Αυτή η απογοήτευση είναι κατά κύριο λόγο ασυνείδητη, ενώ οι συνειδητοί άνθρωποι είναι "αισιόδοξοι" και πιστεύουν στην παραπέρα "πρόοδο". Πριν από την εξέταση της σημερινής κατάστασης και της δυνατότητας ελπίδας που παρουσιάζει, θα προηγηθεί η εξέταση του φαινομένου της ελπίδας.
ΙΙ. Η Ελπίδα
1. ΤΙ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΕΛΠΙΔΑ
Η ελπίδα είναι αποφασιστικό στοιχείο σε κάθε προσπάθεια πραγματοποίησης κοινωνικής αλλαγής προς την κατεύθυνση μεγαλύτερης ζωντάνιας, επίγνωσης και λογικής. Αλλά η φύση της ελπίδας συχνά παρεξηγείται και μπερδεύεται με στάσεις που δεν έχουν καμιά σχέση με την ελπίδα και που στην πραγματικότητα είναι ακριβώς το αντίθετό της.
Τι σημαίνει να ελπίζεις;
Σημαίνει, όπως πιστεύουν πολλοί, να έχεις επιθυμίες και πόθους; Αν είναι αυτό, εκείνοι που επιθυμούν πιο πολλά και πιο καλά αυτοκίνητα, σπίτια και μαραφέτια, θα πρέπει να είναι άνθρωποι της ελπίδας. Αλλά δεν είναι έτσι. Είναι άνθρωποι που διψούν για περισσότερη κατανάλωση κι όχι άνθρωποι της ελπίδας.
Σημαίνει τάχα ελπίζω, αν αντικείμενο της ελπίδας μου δεν είναι κάποιο πράγμα, αλλά μια πληρέστερη ζώη, μια κατάσταση μεγαλύτερης ζωντάνιας, μια απελευθέρωση από μια αιώνια βαριεστημάρα; Ή, για να χρησιμοποιήσουμε ένα θεολογικό όρο, ελπίζω για τη σωτηρία, ή ένα πολιτικό όρο, ελπίζω για την επανάσταση; Πραγματικά, αυτό το είδος προσδοκίας μπορεί να είναι ελπίδα. Αλλά δεν είναι ελπίδα αν έχει την ιδιότητα της απάθειας και της "προσμονής" - ώσπου να έρθει η ελπίδα - οπότε στην πραγματικότητα είναι κάλυμμα για υποταγή στη μοίρα, τίποτ' άλλο παρά ιδεολογία.
Ο Κάφκα περιγράφει με θαυμαστό τρόπο αυτό το είδος της υποταγμένης και παθητικής ελπίδας στο μυθιστόρημά του "Η Δίκη". Ένας άνθρωπος φτάνει μπροστά στην πόρτα που οδηγεί στους ουρανούς (το Νόμο) και παρακαλεί να μπει. Ο θυρωρός λέει πως δεν μπορεί για την ώρα ν' αφήσει τον άνθρωπο να μπει. Μόλο που η πόρτα που οδηγεί στο Νόμο παραμένει ανοιχτή, ο άνθρωπος αποφασίζει πως είναι καλύτερα να περιμένει ίσαμε που να του δώσουν την άδεια να μπει. Έτσι κάθεται χάμω και περιμένει μέρες και χρόνια. Πολλές φορές ζητάει να τον αφήσουν να μπει, αλλά πάντα του λένε πως δεν επιτρέπεται ακόμα η είσοδός του. Όλα αυτά τα πολλά χρόνια της αναμονής, ο άνθρωπος μελετάει το θυρωρό σχεδόν ακατάπαυστα και μαθαίνει να γνωρίζει ακόμα και τους ψύλλους στη γούνα του γιακά του. Με τα χρόνια γερνάει και πλησιάζει στο θάνατο. Για πρώτη φορά αναρωτιέται: "Πώς συμβαίνει κι όλα αυτά τα χρόνια δε ζήτησε να μπει κανένας άλλος εκτός από μένα;". Ο θυρωρός απαντάει: "Μονάχα εσύ μπορούσες να μπεις απ' αυτή την πόρτα, αφού αυτή η πόρτα προοριζόταν για σένα. Τώρα θα την κλείσω".
Ο γέρος είχε γεράσει πολύ για να καταλάβει, και μπορεί να μην καταλάβαινε αν ήταν νεότερος. Οι γραφειοκράτες έχουν την τελευταία λέξη. Αν πουν όχι, είναι αδύνατο να μπεις. Αν είχε κάτι παραπάνω απ' αυτή την παθητική ελπίδα της αναμονής, θα μπορούσε να μπει, και το κουράγιο του να αγνοήσει τους γραφειοκράτες θα ήταν η λυτρωτική πράξη που θα τον έφερνε στο αστραφτερό ανάκτορο. Πολλοί άνθρωποι είναι σαν το γέρο του Κάφκα. Ελπίζουν, αλλά δεν τους επιτρέπεται να ενεργήσουν σύμφωνα με τον παλμό της καρδιάς τους, κι όσο οι γραφειοκράτες δε δίνουν το πράσινο φως, περιμένουν και περιμένουν. (Η ισπανική λέξη esperar σημαίνει και αναμένω και ελπίζω και αναφέρεται ξεκάθαρα σ’ αυτό το ιδιαίτερο είδος παθητικής ελπίδας που προσπαθώ να περιγράψω εδώ).
Αυτό το είδος παθητικής ελπίδας συνδέεται στενά με μια γενικευμένη μορφή ελπίδας, που μπορεί να χαρακτηριστεί σαν ελπίδα για χρόνο. Ο χρόνος και το μέλλον γίνονται η κεντρική κατηγορία αυτού του είδους ελπίδας. Τίποτα δεν αναμένεται να συμβεί στο τώρα, αλλά μονάχα την επόμενη στιγμή, την επόμενη μέρα, τον επόμενο χρόνο και σ' έναν άλλο κόσμο, αν είναι πολύ ανόητο να πιστεύει κανείς ότι μπορεί να πραγματοποιηθεί η ελπίδα σ' αυτό τον κόσμο. Πίσω απ' αυτή τη δοξασία βρίσκεται η ειδωλολατρία του "Μέλλοντος", της "Ιστορίας" και των "Μεταγενέστερων", που εμφανίστηκε στη Γαλλική Επανάσταση με ανθρώπους όπως ο Ροβεσπιέρος, οι οποίοι λάτρευαν το μέλλον σαν θεό: δεν κάνω τίποτα, παραμένω παθητικός, γιατί είμαι ένα τίποτα, μηδαμινός. Αλλά το μέλλον, η προέκταση του χρόνου, θα φέρει αυτό που δεν μπορώ να πετύχω. Αυτή η λατρεία του μέλλοντος, που είναι μια διαφορετική άποψη της λατρείας της "προόδου" στη σύγχρονη αστική σκέψη, είναι ακριβώς η αλλοτρίωση της ελπίδας. Αντί να κάνω εγώ κάτι ή να γίνω κάτι, τα είδωλα, το μέλλον, οι μεταγενέστεροι κάνουν έτσι ώστε να συμβεί κάτι, χωρίς τη δική μου παρέμβαση. (Αυτή η σταλινική αντίληψη αποτελεί άμεση συνέχιση της ειδωλολατρίας των μεταγενέστερων του Ροβεσπιέρου. Είναι το άκρο αντίθετο της θέσης του Μαρξ που είπε: «Η ιστορία δεν είναι τίποτα, δεν κάνει τίποτα. Ο άνθρωπος υπάρχει, κι αυτός τα κάνει όλα»).
Ενώ η παθητική αναμονή είναι μια συγκαλυμμένη μορφή της απελπισίας και της ανημποριάς, υπάρχει μια άλλη μορφή απελπισίας και απόγνωσης που παίρνει ακριβώς την αντίθετη μορφή - τη μορφή των φραστικών κατασκευών και του τυχοδιωκτισμού, της περιφρόνησης της πραγματικότητας και της παραβίασης όλων όσων μπορούν να παραβιαστούν. Αυτή ήταν η στάση κάθε ψεύτικου μεσσία και των ηγετών πουτς, οι οποίοι περιφρονούσαν εκείνους που κάτω απ' όλες τις περιστάσεις δεν προτιμούν το θάνατο από την ήττα. Στις μέρες μας αυτή η ψευδοριζοσπαστική συγκάλυψη της απελπισίας και του νιχιλισμού δεν είναι κάτι που σπανίζει ανάμεσα στα πιο αφοσιωμένα μέλη της νέας γενιάς. Απευθύνονται στην τόλμη και την αφοσίωσή τους, αλλά δεν πείθουν με την έλλειψη από μέρους τους ρεαλισμού, αίσθησης της στρατηγικής και, σε μερικούς απ' αυτούς, με την έλλειψη αγάπης για ζωή.
2. ΤΟ ΠΑΡΑΔΟΞΟ ΚΑΙ Η ΦΥΣΗ ΤΗΣ ΕΛΠΙΔΑΣ
Η ελπίδα είναι κάτι το παράδοξο. Δεν είναι ούτε παθητική αναμονή ούτε αντιρρεαλιστική παραβίαση των περιστάσεων που μπορούν να συμβούν. Μοιάζει με μια κουλουριασμένη τίγρη που θα κάνει το πήδημά της μόνο τη στιγμή που πρέπει να πηδήξει. Έκφραση της ελπίδας δεν είναι ούτε ο υπναλέος ρεφορμισμός ούτε ο ψευδοριζοσπαστικός τυχοδιωκτισμός. Ελπίζω σημαίνει είμαι έτοιμος κάθε στιγμή για εκείνο που δεν έχει ακόμα γεννηθεί, αλλά που ωστόσο δεν απελπίζομαι αν δε γεννηθεί στη διάρκεια της δικής μας ζώης. Δεν υπάρχει νόημα στο να ελπίζω για κάτι που ήδη υπάρχει ή για κάτι που δεν μπορεί να υπάρξει. Εκείνοι που η ελπίδα τους είναι αδύναμη, τα παρατάνε όλα αναζητώντας την άνεση, ή μπροστά στη βία. Εκείνοι που η ελπίδα τους είναι ισχυρή, βλέπουν και υποθάλπουν όλα τα δείγματα της νέας ζωής κι είναι πρόθυμοι κάθε στιγμή να συμβάλουν στη γέννηση αυτού που είναι έτοιμο να γεννηθεί.
Μια από τις μεγαλύτερες συγχύσεις σχετικά με την ελπίδα είναι η αδυναμία διάκρισης ανάμεσα στη συνειδητή και την ασυνείδητη ελπίδα. Φυσικά αυτό είναι ένα λάθος που συμβαίνει και σε σχέση με πολλές άλλες συναισθηματικές εμπειρίες, όπως η ευτυχία, το άγχος, η κατάθλιψη, η βαριεστημάρα και το μίσος. Είναι να απορεί κανείς για το ότι, μόλο που οι θεωρίες του Φρόυντ ήταν δημοφιλείς, οι ιδέες του για το ασυνείδητο εφαρμόστηκαν πάρα πολύ λίγο στα συναισθηματικά φαινόμενα. Το γεγονός αυτό οφείλεται βασικά σε δύο λόγους. Ο ένας είναι ότι στα κείμενα μερικών ψυχαναλυτών και μερικών "φιλόσοφων της ψυχανάλυσης" το όλο φαινόμενο του ασυνείδητου - δηλαδή της απώθησης - αναφέρεται σε σεξουαλικές επιθυμίες, και χρησιμοποιούν την απώθηση λαθεμένα - σαν συνώνυμο της καταστολής των σεξουαλικών επιθυμιών και δραστηριοτήτων. Κάνοντάς το αυτό απογυμνώνουν τις ανακαλύψεις του Φρόυντ από μερικές από τις πιο σπουδαίες συνέπειές τους. Ο δεύτερος λόγος βρίσκεται προφανώς στο γεγονός ότι είναι πολύ λιγότερο ενοχλητικό για τις μεταβικτωριανές γενιές το να αποκτήσουν επίγνωση σχετικά με τις απωθημένες σεξουαλικές επιθυμίες, και περισσότερο ενοχλητική η επίγνωση βιωμάτων όπως η αλλοτρίωση, η απελπισία ή η απληστία. Ας παραθέσουμε ένα μόνο από τα πιο χτυπητά παραδείγματα: οι περισσότεροι άνθρωποι δεν παραδέχονται πως νιώθουν φόβο, βαριεστημάρα, μοναξιά, απελπισία - δηλαδή δεν έχουν συνείδηση* αυτών των συναισθημάτων. Αυτό οφείλεται σε μια απλή αιτία. Η υφή της κοινωνίας μας είναι τέτοια, που ο πετυχημένος άνθρωπος υποτίθεται πως δε φοβάται, δε νιώθει βαριεστημάρα ή μοναξιά. Πρέπει να βρίσκει πως αυτός ο κόσμος είναι ο καλύτερος απ' όλους τους κόσμους. Για να έχει τις καλύτερες δυνατότητες προαγωγής, πρέπει να απωθεί το φόβο, όπως και την αμφιβολία, την κατάθλιψη, τη βαριεστημάρα ή την απελπισία.
Υπάρχουν πολλοί που νιώθουν συνειδητά γεμάτοι ελπίδα κι ασυνείδητα απελπισμένοι, και είναι πολύ λίγοι εκείνοι που νιώθουν το αντίθετο. Αυτό που έχει σημασία στην εξέταση της ελπίδας και της απελπισίας δεν είναι κατά κύριο λόγο τι πιστεύουν οι άνθρωποι για τα αισθήματά τους, αλλά τι νιώθουν στην πραγματικότητα. Αυτό μπορούμε να το διαπιστώσουμε ελάχιστα από τα λόγια τους, αλλά μπορούμε να το ανακαλύψουμε από τις εκφράσεις του προσώπου τους, από τον τρόπο που περπατάνε, από την ικανότητά τους να αντιδρούν δείχνοντας ενδιαφέρον για κάτι που βρίσκεται μπροστά στα μάτια τους, και από την έλλειψη φανατισμού, που διαπιστώνεται από την ικανότητά τους να ακούν προσεκτικά κάθε λογικό επιχείρημα.
Η δυναμική άποψη που εφαρμόζεται στο βιβλίο αυτό στα κοινωνικο-ψυχολογικά φαινόμενα διαφέρει βασικά από την περιγραφική μπηχαβιοριστική μέθοδο εξέτασης που εφαρμόζεται κατά το μεγαλύτερο μέρος στην κοινωνικο-επιστημονική έρευνα. Από τη δυναμική άποψη, δε μας ενδιαφέρει πρωταρχικά να μάθουμε τι σκέφτεται ή τι λέει ένα πρόσωπο ή πώς συμπεριφέρεται τώρα. Ενδιαφερόμαστε για τη δομή του χαρακτήρα του, δηλαδή για την ημιμόνιμη δομή των ενεργειών του, για την κατεύθυνση προς την οποία διοχετεύονται αυτές οι ενέργειες και για την ένταση με την οποία πορεύονται. Αν γνωρίζουμε τις κινητήριες δυνάμεις που υποκινούν τη συμπεριφορά, όχι μόνο θα κατανοήσουμε τη σημερινή συμπεριφορά, αλλά και θα είμαστε σε θέση να κάνουμε λογικές υποθέσεις για τον τρόπο που θα αντιδράσει ένα πρόσωπο σε διαφορετικές περιστάσεις. Στη δυναμική άποψη, οι αιφνίδιες "αλλαγές" στη σκέψη ή τη συμπεριφορά ενός προσώπου είναι αλλαγές που μπορούν στο μεγαλύτερο μέρος τους να παραβλεφτούν, με την προϋπόθεση να είναι γνωστή η δομή του χαρακτήρα του.
Θα μπορούσαμε να πούμε περισσότερα για τι δεν είναι ελπίδα, αλλά ας προχωρήσουμε μπροστά κι ας ρωτήσουμε τι είναι ελπίδα. Μπορούμε να την περιγράψουμε κάπως με λόγια ή μπορούμε να τη μεταδώσουμε μ' ένα ποίημα, μ' ένα τραγούδι, με μια χειρονομία, με μια έκφραση του προσώπου ή με μια πράξη;
Όπως συμβαίνει με κάθε άλλο βίωμα, τα λόγια δεν αρκούν για να περιγράψουμε αυτό το βίωμα. Στην πραγματικότητα οι περισσότερες σχετικές λέξεις κάνουν το αντίθετο: το θολώνουν, το διχοτομούν, το σκοτώνουν. Πολύ συχνά, μιλώντας για την αγάπη ή το μίσος ή την ελπίδα, χάνουμε την επαφή μ' αυτό που υποτίθεται πως θέλουμε να πούμε. Η ποίηση, η μουσική και οι άλλες μορφές τέχνης είναι τα μέσα που προσφέρονται καλύτερα για να περιγράψουμε τα ανθρώπινα βιώματα, γιατί διακρίνονται για την ακρίβειά τους κι αποφεύγουν την αφαίρεση και την ασάφεια των φθαρμένων εικόνων που υποτίθεται πως είναι οι πιο σωστές παραστάσεις των ανθρώπινων βιωμάτων.
Παίρνοντας όμως αυτούς τους χαρακτηρισμούς στα σοβαρά, δεν είναι αδύνατο να αποδώσουμε τη συναισθηματική εμπειρία με λόγια που δεν είναι λόγια της ποίησης. Αυτό όμως δε θα ήταν δυνατό αν οι άνθρωποι δε συμμερίζονταν το βίωμα για το οποίο μιλάμε, το λιγότερο σε κάποιο βαθμό. Περιγράφω σημαίνει τονίζω τις διάφορες απόψεις του βιώματος, κι έτσι αποκαθιστώ μια επικοινωνία στην οποία ο συγγραφέας κι ο αναγνώστης ξέρουν ότι αναφέρονται στο ίδιο πράγμα. Κάνοντας αυτή την προσπάθεια, πρέπει να ζητήσω από τον αναγνώστη να συνεργαστεί μαζί μου κι όχι να περιμένει να του δώσω μια απάντηση στο ερώτημα τι είναι ελπίδα. Πρέπει να του ζητήσω να επιστρατεύσει τις εμπειρίες του για να είναι δυνατός ο διάλογος.
Το να ελπίζεις είναι μια κατάσταση ύπαρξης. Είναι μια εσωτερική ετοιμότητα, η ετοιμότητα της έντονης αλλά όχι ξοδεμένης ακόμα δραστικότητας. Η έννοια της "δραστηριότητας" στηρίζεται πάνω σε μια από τις πιο διαδομένες αυταπάτες του ανθρώπου στη σύγχρονη βιομηχανική κοινωνία. Ολόκληρη η κουλτούρα μας συνδέεται με τη δραστηριότητα - τη δραστηριότητα με την έννοια της απασχόλησης (της απασχόλησης που είναι απαραίτητη για την εργασία). Στην πραγματικότητα οι περισσότεροι άνθρωποι είναι τόσο "δραστήριοι" που δεν μπορούν να κάθονται χωρίς να κάνουν κάτι. Φτάνουν ακόμα ως το σημείο να μετατρέπουν το λεγόμενο χρόνο ανάπαυσής τους σε μια άλλη μορφή δραστηριότητας. Αν δεν ξοδεύεις τη δραστηριότητά σου κάνοντας χρήματα, την ξοδεύεις πηγαίνοντας βόλτα με το αυτοκίνητό σου, παίζοντας γκόλφ ή συζητώντας για μηδαμινά πράγματα. Αυτό που φοβάσαι είναι η στιγμή που ουσιαστικά δεν έχεις "να κάνεις" κάτι. Κατά πόσο ονομάζει κανείς αυτό το είδος συμπεριφοράς δραστηριότητα, είναι ζήτημα ορολογίας. Το κακό είναι ότι πολλοί άνθρωποι που νομίζουν ότι είναι πολύ δραστήριοι, δεν έχουν επίγνωση του γεγονότος ότι μόλη την "απασχόλησή" τους είναι στην πραγματικότητα πάρα πολύ αδρανείς. Χρειάζονται συνέχεια τη διέγερση από τα έξω, είτε αυτό είναι οι κουβέντες των άλλων ανθρώπων είτε το να βλεπουν κινηματογράφο, είτε αυτό είναι το ταξίδι ή άλλες μορφές πιο συγκλονιστικών καταναλωτικών συγκινήσεων, ακόμα κι αν αυτό το κίνητρο είναι ένας καινούργιος άντρας ή μια καινούργια γυναίκα σαν σεξουαλικός σύντροφος. Χρειάζονται να τους παρακινήσει κάποιος, να τους "βάλει σε πειρασμό", να τους δελεάσει, να τους σαγηνέψει. Είναι πάντα τα "κορόιδα" και ποτέ οι από πάνω. Πάντοτε τρέχουν και ποτέ δε στέκονται. Κι ενώ έχουν την εντύπωση ότι είναι απεριόριστα δραστήριοι, είναι η κατάθλιψη που τους σπρώχνει να κάνουν κάτι για να ξεφύγουν από το άγχος που νιώθουν όταν μείνουν μόνοι με τον εαυτό τους.
Η ελπίδα είναι φυσικό σύνδρομο της ζωής και της ανάπτυξης. Όταν ένα δέντρο που δεν το βλέπει ο ήλιος γέρνει τον κορμό του προς τη μεριά που είναι ο ήλιος, δεν μπορούμε να πούμε ότι το δέντρο "ελπίζει" με τον ίδιο τρόπο που ελπίζει ο άνθρωπος, αφού η ελπίδα στον άνθρωπο συνδέεται με αισθήματα και με επίγνωση, που δεν μπορεί να έχει το δέντρο. Ωστόσο, δε θα ήταν λάθος αν λέγαμε ότι ελπίζει για το φως του ήλιου και εκφράζει αυτή την ελπίδα γέρνοντας τον κορμό του προς τον ήλιο. Ποια είναι η διαφορά ανάμεσα στο δέντρο και το παιδί που γεννιέται; Μπορεί το παιδί να μην έχει επίγνωση, ωστόσο η δραστηριότητά του εκφράζει την ελπίδα του να γεννηθεί και ν' αναπνεύσει ανεξάρτητα. Το βρέφος που θηλάζει δεν ελπίζει στο στήθος της μάνας του; Το μωρό δεν ελπίζει να σταθεί στα πόδια του και να περπατήσει; Ο άρρωστος δεν ελπίζει να γίνει καλά, ο φυλακισμένος να λευτερωθεί, ο πεινασμένος να φάει; Δεν ελπίζουμε πως θα ξυπνήσουμε σε μια άλλη μέρα ότα το βράδυ πέφτουμε να κοιμηθούμε; Στο σαρκικό έρωτα δεν εκφράζεται η ελπίδα του άντρα στην ικανότητά του, στον τρόπο που έχει να διεγείρει το ταίρι του και η ελπίδα της γυναίκας να ανταποκριθεί και να διεγείρει τον άντρα;
-----------------------------------------------------------------
* Θέλω να τονίσω ότι η συζήτηση για «το ασυνείδητο» είναι μια άλλη μορφή αλλοτριωμένης σκέψης και λόγου. Δεν υπάρχει κάτι σαν «το ασυνείδητο», λες και είναι ένα όργανο ή ένα πράγμα στο χώρο. Μπορεί κανείς «να έχει συνείδηση» ή «να μην έχει συνείδηση» για τα εξωτερικά ή εσωτερικά γεγονότα. Δηλαδή πραγματευόμαστε μια φυσική λειτουργία, όχι ένα εντοπισμένο όργανο.
------------------------------------------------------------------
Η επαναστάση της ελπίδας (Μέρος ΙΙ)
Πηγή: Έριχ Φρομ, Η επανάσταση της ελπίδας, Εκδ. Μπουκουμάνη
2 comments:
Καλησπέρα.Είπα να πω ένα ευχαριστώ για την ανάρτηση..Ο Φρόμ έχει πει πολύ σημαντικά πράγματα,αλλά και με συγκροτημένο τρόπο.Να είσαι καλά
Σ΄ευχαριστώ γλυκιά μου, νά'σαι καλά κι εσύ.
Post a Comment