Saturday, August 26, 2006

Μυστικά του Εδάφους (Μέρος II)

"Όσο τρεφόμαστε από άρρωστα χώματα
το πνεύμα δεν έχει το σφρίγος που χρειάζεται
για να ελευθερωθεί από τη φυλακή του σώματος"
Ρούντολφ Στάινερ


Mυστικά του εδάφους Ι

Η δηλητηρίαση του εδάφους με τεχνητά γεωργικά πρόσθετα άρχισε στα μέσα του περασμένου αιώνα όταν ένας Γερμανός χημικός, ο Ιούστος φον Λίμπιχ, γνωστός σαν “ο πατέρας της χημικής γεωργίας”, λαθεμένα συμπέρανε απ’τις στάχτες ενός φυτού που είχε κάψει ότι αυτό που έτρεφε τα φυτά ήταν το άζωτο, ο φώσφορος και η ποτάσα (ή ανθρακικό κάλιο) - το ΝΡΚ της σημερινής χημικής γεωργίας.

Οι ρήσεις του Λίμπιχ - και ήταν πολυγραφότατος - οδήγησαν σε μια τεράστια και επικερδή εμπορική ανάπτυξη συνθετικών χημικών ουσιών. Ναρκωμένοι από την προπαγάνδα, οι αγρότες όλου του κόσμου άρχισαν να εξαρτώνται από τα γερμανικά ορυχεία για την προμήθεια καλιούχων αλάτων, γνωστών σαν “χλωριούχο κάλι”, χωρίς το οποίο είχαν ακούσει ότι τίποτε δε θα βλάσταινε στα χωράφια τους. Όταν ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος διέκοψε τις εξαγωγές από την Γερμανία, οι ορυκτοδίφες βρήκαν κοιτάσματα στις Ηνωμένες Πολιτείες, και οι αμερικανικές εταιρίες δεν άργησαν να εκμεταλλευτούν αυτό το δώρο των περιττών χημικών ουσιών.

Από την ποσότητα φωσφορικού οξέος που βρήκε επίσης στις στάχτες του καμένου του φυτού, ο Λίμπιχ συνήγαγε επιπλέον ότι ο φώσφορος θα πρέπει ν’αποτελούσε βασική προϋπόθεση για την ανάπτυξη των φυτών. Οι γεωργοί χρησιμοποιούσαν από τη ρωμαϊκή εποχή κοπανισμένα κόκαλα για να προμηθεύονται το φώσφορό τους. Από την επεξεργασία οστών με θειϊκό οξύ, ο Λίμπιχ δημιούργησε αυτό που ονόμασε “υπερφωσφορικό άλας”. Όταν ανακαλύφτηκαν τεράστιες ποσότητες φωσφορικού ασβεστίου στη θάλασσα - από τους σκελετούς κητών, όπως πίστευαν, που είχαν συσσωρευτεί σε εκατομμύρια χρόνια - γεννήθηκε μια ολόκληρη νέα βιομηχανία τεχνητών “ανόργανων λιπασμάτων”.

Μέχρι την εποχή του Λίμπιχ, ο κόσμος πίστευε ότι επειδή τα παρθένα εδάφη ήταν τα πιο εύφορα και περιείχαν πολύ χούμο, οι διάφορες φάσεις αυτής της καφετιάς σε κατάσταση αποσύνθεσης οργανικής ύλης θα πρέπει να ήταν η βασική πηγή θρέψης των φυτών. Ο Λίμπιχ πολέμησε με πάθος αυτή την ιδέα. Σχετικά με το χούμο και το παράγωγό του, το χουμικό οξύ, έγραψε: “Δεν υπάρχει ούτε ίχνος απόδειξης ότι ασκούν οποιαδήποτε επιρροή στην ανάπτυξη των φυτών ή στον τρόπο της θρέψης τους ή σε οτιδήποτε άλλο”.

Όπως το έθεσε κι ο Ουίλιαμ Σέστον στη βιογραφία του Λίμπιχ που έγραψε το 1875: “Αυτά ήταν τα στοιχεία και τα επιχειρήματα με τα οποία, μια για πάντα, ο Λίμπιχ αφαίρεσε κάθε βάση από τη θεωρία του χούμου για οποιοδήποτε λογικό ανθρώπινο πλάσμα”.

Το μυστικό για το ότι η λίπανση του εδάφους γίνεται ακριβώς από αυτά τα οργανικά περιττώματα κι όχι τις χημικές ουσίες, ο Λίμπιχ το ανακάλυψε δέκα ολόκληρα χρόνια αργότερα. Πολύ αργά. Ήταν τόσο επικερδής η φόρα που είχαν πάρει ως τότε οι χημικές εταιρείες που τίποτε δεν μπορούσε να τις σταματήσει από την κούρσα τους με σκοπό την καταστροφή του εδάφους και όλων όσων εξαρτώνται από αυτό.

Η πρώτη χημική ουσία που παρουσιάστηκε σε εμπορική κλίμακα στην αρτιγενή “χημική εποχή” ήταν το θειϊκό οξύ που χρησιμοποιήσε ο Λίμπιχ για να δημιουργήσει το “υπερφωσφορικό άλας” του, ένα διάφανο, διαβρωτικό, λιπαρό υγρό, που εξακολουθεί και σήμερα να παρουσιάζει τις μεγαλύτερες πωλήσεις ανάμεσα στις χημικές ουσίες, απαραίτητο για την παρασκευή ενός πλήθους άλλων χημικών ουσιών, όπως και για την παραγωγή βαφών, φαρμάκων, χαρτιού, χρωστικών ουσιών και εκρηκτικών.

Δεύτερη σε σπουδαιότητα απ’όλες τις χημικές ουσίες που παρασκευάστηκαν στο εργαστήριο για εμπορική χρήση ήταν το άλκαλι, ένα διαλυτό ορυκτό άλας που του έδωσαν το όνομά του οι Άραβες από το αλκυόνιο, ένα παραθαλάσσιο φυτό από τις στάχτες του οποίου είχαν πρωτοπάρει αυτή την ουσία. Ενώ στις αρχές το χρησιμοποιούσαν κυρίως για την κατασκευή σαπουνιών και γυαλιού, μέχρι τα μέσα του δέκατου ένατου αιώνα όλοι οι βασικοί χημικοί παράγοντες εκείνης της εποχής είχαν κάποια σχέση με το άλκαλι. Η βρετανική εταιρεία United Alkali, που ιδρύθηκε το 1891, έγινε η μεγαλύτερη χημική επιχείρηση όλου του κόσμου, με 43 θυγατρικές εταιρίες, 50 χημικούς και 12,000 εργάτες. Στο τέλος την κατάπιε το γιγαντιαίο κρατικό συγκρότημα των Αυτοκρατορικών Χημικών Βιομηχανιών (ICI).

Τελείως τυχαία, αναπτύχθηκε ένας ολοκαίνουργιος κλάδος χημείας στα μέσα του 19ου αιώνα από έναν νεαρό Άγγλο φοιτητή της χημείας καθώς δούλευε σ’ένα αυτοσχέδιο εργαστήριο στο σπίτι του πατέρα του κατά τις διακοπές του Πάσχα το 1856. Ενώ πειραματιζόταν με την ανθρακόπισσα, ο Ουίλιαμ Πέρκιν έβγαλε από το συστατικό της, το βενζόλιο, μια μοβ βαφή, την πρώτη από τις επονομαζόμενες βαφές ανιλίνης, αξιοσημείωτη για την αντοχή της και το γεγονός ότι δεν ξεθώριαζε όπως τα φυσικά χρώματα.

Πατενταρισμένο, το μοβ χρώμα του έγινε της μόδας στις αυλές τόσο της Βικτορίας όσο και του Ναπολέοντα του Γ΄, χαρίζοντας στον Πέρκιν μια σεβαστή περιουσία και τον τίτλο του ιππότη. Το μοβ δεν άργησε ν’ακολουθηθεί από το κόκκινο ανιλίνης, το κίτρινο και το μαύρο, ενώ πολλά εκατομμύρια θα φτιάχνονταν ακόμη από τη συνθετική ινδική βαφή, το χρώμα των μπλου τζιν.

Όταν ένας μαθητής του Λίμπιχ, ο Φρίντριχ φον Κέκουλε, συνειδητοποίησε - σε μια στιγμή που ονομάστηκε “το εξοχότερο δείγμα πρόβλεψης σε ολόκληρο το φάσμα της οργανικής χημείας” και που τον ανύψωσε στα στρώματα της αριστοκρατίας - ότι 6 άτομα άνθρακα μέσα στο μόριο του βενζολίου μπορούσαν να είναι ενωμένα σ’έναν κύκλο, με ένα άτομο υδρογόνου κολλημένο στο καθένα, οι Γερμανοί χημικοί ανακάλυψαν τον τρόπο κατασκευής αναρίθμητων νέων συνθέσεων ενώνοντας στους δοκιμαστικούς σωλήνες τους άνθρακα με άζωτο, υδρογόνο, θείο, χλώριο κ.λπ. σε κάτι που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί πανηγύρι μαθητευόμενων μάγων.

Τα φάρμακα σύνομα προστέθηκαν στον κατάλογο προϊόντων των χημικών εταιριών, καθώς γερμανικές κι ελβετικές εταιρείες βαφών ανακάλυπταν ατέλειωτους νέους τρόπους μετατροπής της ανθρακόπισσας και άλλων καταλοίπων σε μια καταστροφική για την υγεία αλλά επικερδέστατη φαρμακοποιία. Στις Ηνωμένες Πολιτείες μόνο, ξοδεύονται 8 δισεκατομμύρια δολάρια το χρόνο για φάρμακα, όπως θέλουν να τα αποκαλούν. Όσο για την ανθρακόπισσα, βρέθηκαν κι άλλες φονικές χρήσεις της, μια και θεωρήθηκε χημικά απαραίτητη για την τεράστια επέκταση των εκρηκτικών υλών.

Απόμεινε για έναν Γερμανό χημικό, τον Φριτς Χάμπερ, ν’ανακαλύψει το 1905 μια εργαστηριακή διαδικασία με την οποία μπορούσε να μετατρέπει τους ανεξάντλητους τόνους ελεύθερου αζώτου στην ατμόσφαιρα σε υγρή αμμωνία, το 82% της οποίας είναι άζωτο. Το 1915 ο Καρλ Μπος, ένας Γερμανός μηχανικός, συνεταιρίστηκε με τον Χάμπερ στην ίδρυση του πρώτου εργοστασίου συνθετικής αμμωνίας στο Ράιχ, προσφέροντας έτσι τη δυνατότητα στη Γερμανική Ανώτατη Διοίκηση να παίξει το πολεμικό παιχνίδι του Κάιζερ. Οι γερμανικές εταιρείες βαφών, ενωμένες για πατριωτικούς και κερδοσκοπικούς λόγους, παρήγαν εκρηκτικές ύλες, χημικά λιπάσματα, φάρμακα και σαν έξτρα παροχή τα δηλητηριώδη αέρια που στοίχισαν τη ζωή κάπου 800,000 ατόμων κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου.

Όταν τέλειωσαν οι εχθροπραξίες, οι τεράστιες ποσότητες αερίων που είχαν απομείνει χρησιμοποιήθηκαν για τα έντομα - αλλά σε ευρύτερη κλίμακα, χάρη στις βελτιωμένες μεθόδους επίπασης και ψεκασμού που είχαν αναπτύξει για τους ανθρώπους οι στρατιωτικοί. Αυξημένες δόσεις αζώτου, που δε χρειάζονταν πλέον για εκρηκτικές ύλες, έπεφταν αδιάκριτα σε καλλιέργειες εξασθενώντας την αντίστασή τους στα έντομα και δημιουργώντας ένα φαύλο κύκλο που πήρε σταδιακά τη μορφή χιονοστιβάδας καθώς έφερνε όλο και περισσότερα κέρδη στους λίγους, ενώ ταυτόχρονα δηλητηρίαζε το έδαφος για τους πολλούς.

Οι γερμανικές χημικές εταιρίες, με χρήματα από τις αντίστοιχές τους στις Ηνωμένες Πολιτείες - που είχαν πραγματοποιήσει εξίσου τεράστια κέρδη από τον πόλεμο - συγχωνεύτηκαν το 1925 για να σχηματίσουν το συγκρότημα I.G Farben, που σύντομα έγινε η μεγαλύτερη χημική επιχείρηση στην Ευρώπη, διατηρώντας στενότατους δεσμούς με τους Αμερικανούς εταίρους της. Από κοινού αυτά τα συγκροτήματα χρηματοδότησαν τον Χίτλερ, επανεξοπλίζοντας την Wehrmacht του σαν “προπύργιο ενάντια στους Σοβιετικούς”. Και με το πετρέλαιο, που φρόντισε ευγενώς να τους δώσει η Στάνταρντ Όιλ στο Νιου Τζέρσι, ο Χίτλερ μπόρεσε να τσουλήσει τα τανκς του μέσα στην Πολωνία και στο Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Ενώ οι στρατιώτες αγωνίζονταν, λοιπόν, με τη ζωή τους για να επανορθώσουν το κακό, στο Άουσβιτς η I.G Farben, με το εργατικό δυναμικό που της είχε εγγυηθεί ο Χίτλερ, άρχισε την παραγωγή ενός ειδικού αερίου για την εξόντωση εκατομμυρίων ανύποπτων θυμάτων, κυρίως Εβραίων.

Από το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, οι αμερικανικές χημικές εταιρίες, που είχαν ήδη θησαυρίσει ανάμεσα στους δυο πολέμους, βρήκαν ένα ακόμα μεγαλύτερο δώρο στη δωρεάν αμμωνία που είχε κλέψει ο Μπος με ταχυδακτυλουργικό τρόπο από την ατμόσφαιρα. Ένα εκατομμύριο τόνοι βομβών έπεσαν μόνο στη Γερμανία, διοχετεύοντας εκατομμύρια δολάρια από τις τσέπες των Αμερικανών φορολογούμενων στα χρηματοκιβώτια των χημικών εταιριών, καθώς η ίδια η Αμερική πλήρωνε με αίμα και χρήμα την πλεονεξία αυτών των προδοτικών επιχειρήσεων.

Με το τέλος του πολέμου, 18 νέα εργοστάσια αμμωνίας, που άνοιξαν στις ΗΠΑ με χρήματα φορολογουμένων για να κατασκευάζουν εκρηκτικές ύλες, αναγκάστηκαν να βρουν καινούργιες αγορές για το πλεόνασμά τους. Οι Du Pont, Dow, Monsanto, American Cyanamid, με τα αστρονομικά κέρδη τους από τον πόλεμο, παρήγαν ακόμα περισσότερο λίπασμα για τον αθώο αγρότη, που το έριχνε στα χωράφια του για να σκοτώσει την κότα με το χρυσό αβγό.

Σαν υποπαράγωγο του πολέμου, για να μην ενοχλούνται οι έφεδροι στρατιώτες από ψύλλους, ψείρες κι άλλα έντομα, παρασκευάστηκε το τοξικότερο ίσως μίασμα που έχει επινοηθεί ποτέ από έναν Ελβετό χημικό, τον Πολ Μύλερ, ο οποίος προτίμησε να δώσει το μυστικό της παρασκευής του στους Συμμάχους: ήταν το DDT. Προερχόμενο αποκλειστικά από το δοκιμαστικό σωλήνα, ήταν το ισχυρότερο εντομοκτόνο που είχε παρουσιαστεί ποτέ, ικανό να σκοτώνει κάθε είδους έντομο σ’ένα ευρύτατο φάσμα με εκπληκτική ταχύτητα και αποτελεσματικότητα. Στα μετόπισθεν, με τεράστιες ελλείψεις εργατικού δυναμικού, οι γεωργοί το χρησιμοποιούσαν για ν’αυξάνουν τη συγκομιδή τους και να εξοικονομούν στον τομέα των εργατικών χεριών.

Αμέσως μετά τη νίκη των Συμμάχων το 1945, το DDT άρχισε να χρησιμοποιείται σαν νεράκι, ώσπου να χωθεί η τοξίνη σε όλα τα ζώα κι όλα τα ανθρώπινα σώματα στην Αμερική. Παντού, οι χημικές επιχειρήσεις επανεπένδυαν τα κέρδη τους από τον πόλεμο, σε μια τεράστιων διαστάσεων έρευνα για νέα συνθετικά γεωργικά φάρμακα ευρέος φάσματος, με εντυπωσιακά αποτελέσματα. Ο αγρότης, που φοβόταν την καταστροφή - τα φυτά του, εξασθενημένα από μια πληθώρα χημικών ουσιών, προσέλκυαν όλο και περισσότερα έντομα - άρχισε να χρησιμοποιεί ακόμα πιο πολλές χημικές ουσίες. Ικανοποιημένες, οι εταιρείες συνέχισαν να βγάζουν σωρεία νέων προϊόντων, κυρίως χλωριωμένους υδρογονάνθρακες, παρόμοιους με το DDT, όπως τα chlordane, heptachlor, dieldrin, aldrin, endrin και “οργανοφωσφορικά άλατα” σαν το παραθείο και το μαλαθείο.

Σε μια απόπειρα να κρατηθούν στην επιφάνεια με ακόμα μεγαλύτερη παραγωγή, οι εύπιστοι αγρότες της Αμερικής, ωθούμενοι από τραπεζίτες, χημικές εταιρείες και τους κατασκευαστές γεωργικών μηχανημάτων, άλλαξαν τρόπο ζωής και από τη στέρηση πέρασαν στη δημιουργία εμπορικών επιχειρήσεων, επενδύοντας μεγάλα χρηματικά ποσά στην αγορά νέας γης κι εξοπλισμού, δημιουργώντας τεράστια χρέη με την αγορά λιπασμάτων, εντομοκτόνων και ζιζανιοκτόνων - και με αυτό τον τρόπο έβαλαν οι ίδιοι τη σφραγίδα στην καταδίκη τους.

Το ότι οι χημικές ουσίες δηλητηρίαζαν χωρίς κανένα λόγο το έδαφος, σκοτώνοντας μικροοργανισμούς, μαραίνοντας φυτά και εξαπλώνοντας τις εκφυλιστικές ασθένειες σε ανθρώπους και ζώα, ήταν ολοκάθαρο για μια ολόκληρη ομάδα από ευαίσθητα μυαλά στην Ευρώπη και στην Αμερική από τον Πρώτο κιόλας Παγκόσμιο Πόλεμο. Διακεκριμένοι, ανήσυχοι και σωστά ενημερωμένοι, πολλοί συγγραφείς κι από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού ζητούσαν και προπαγάνδιζαν μια βιώσιμη εναλλακτική μέθοδο γεωργίας που δεν είχε ανάγκη από χημικές ουσίες.

Βασικό τους επιχείρημα ήταν ότι σ’ένα έδαφος που τρέφεται σωστά από επαρκείς ποσότητες χούμου, οι καλλιέργειες δεν πάσχουν από ασθένειες και δε χρειάζονται δηλητηριώδεις ψεκασμούς για ν’απαλλαγούν από τα παράσιτα. Ότι τα ζώα που τρέφονται από αυτά τα φυτά αναπτύσσουν υψηλού βαθμού αντίσταση στις ασθένειες κι ότι ο άνθρωπος, που ζει απ’αυτά τα φυτά κι αυτά τα ζώα, μπορεί να φτάσει σ’ένα εξαιρετικό (και στην πραγματικότητα απόλυτα φυσιολογικό) επίπεδο υγείας, ικανός ν’αντισταθεί σε αρρώστιες και μολύνσεις απ’όπου κι αν προέρχονται.

Ένας από τους πρώτους που διαισθάνθηκαν ότι η χρήση χημικών λιπασμάτων έκανε περισσότερο κακό παρά καλό, ότι κατέστρεφε τη ζωή και τη ζωτικότητα του εδάφους, ερεθίζοντας προσωρινά την ανάπτυξη των φυτών ενώ στην πραγματικότητα άνοιγε την πόρτα σε ασθένειες, ήταν ο σερ Άλμπερτ Χάουαρντ. Σαν Βρετανός αξιωματικός στην Ινδία, με τον εντυπωσιακό τίτλο του Αυτοκρατορικού Χημικού Βοτανολόγου για την Κυβέρνηση του Ινδού Ηγεμόνα στην Πούζα, ο σερ Άλμπερτ είχε τη σπάνια ευκαιρία να κάνει πειράματα χωρίς περιορισμούς, να φυτεύει ό,τι ήθελε με όποιο τρόπο ήθελε, με γη, χρήματα, και εξοπλισμό που του παρείχε η κυβέρνηση. Έτσι είχε τη δυνατότητα να παρατηρεί, αντικειμενικά και χωρίς προσωπικά συμφέροντα, την αντίδραση διάφορων ποικιλιών φυτών, σωστά μεγαλωμένων, στις επιδρομές εντόμων και άλλων δυνητικών παρασίτων.

Διαπίστωσε ότι ο σημαντικότερος συντελεστής στη μεταχείρηση του εδάφους ήταν η τακτική προμήθεια νωπού χούμου, κατασκευασμένου από ζωικά και φυτικά περιττώματα, κι ότι πρωταρχικός παράγοντας υγείας ήταν η διατήρηση της γονιμότητας του εδάφους. Υποστήριζε ότι τα φυτά του, μεγαλωμένα σε αυτό το είδος εδάφους, αντιστέκονταν σε όλα τα παράσιτα που ήταν πάμπολλα στην περιοχή κι ότι η ικανότητα αντίστασής τους μεταβιβαζόταν και στα ζωντανά που τρέφονταν από αυτά.

Πρόσεξε ότι οι ντόπιοι δε χρησιμοποιούσαν ποτέ τεχνητά λιπάσματα ή δηλητηριώδεις ψεκασμούς, αλλά φρόντιζαν πάντοτε να επιστρέφουν στο έδαφος όλα τα ζωικά και φυτικά κατάλοιπα. Κάθε φύλλο χορταριού που μπορούσε να σωθεί, όλα τα φύλλα των δέντρων που έπεφταν, όλα τα αγριόχορτα που κόβονταν ξανάβρισκαν το δρόμο τους μέσα στο έδαφος για ν’αποσυντεθούν σε χούμο και να ξαναγυρίσουν στον κύκλο της ζωής.

Ο σερ Άλμπερτ απέδειξε ότι τα ζωντανά που βοσκούσαν σε οργανικά καλλιεργημένη φορβή είχαν την ικανότητα ν’αντιστέκονται στις ασθένειες, όπως τα βόδια του, που ακόμα και κατά τη διάρκεια μιας επιδημίας αφθώδους πυρετού, έβοσκαν πλάι πλάι με άρρωστα ζώα χωρίς να πάθουν απολύτως τίποτε. “Τα υγιή, καλοθρεμμένα ζώα αντιδρούσαν στην αρρώστια ακριβώς με τον ίδιο τρόπο που αντιδρούσαν τα σωστά καλλιεργημένα και βελτιωμένα σπαρτά σε έντομα και ζιζάνια - δεν υπάρξε μόλυνση”.

Σαν αποτέλεσμα των πειραμάτων του, ο σερ Άλμπερτ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα φυτά έχουν τη φυσική ικανότητα να αντιστέκονται στη μόλυνση κι ότι η σωστή διατροφή είναι το μόνο που χρειάζεται για να τεθεί σε λειτουργία αυτή η ικανότητά τους. “Τη στιγμή όμως που θα εισαγάγουμε ένα υποκατάστατο στον κύκλο του αζώτου μέσω κάποιου τεχνητού λιπάσματος, όπως είναι το θειϊκό άλας αμμωνίας, τότε αρχίζουν τα προβλήματα που σχεδόν πάντοτε καταλήγουν σε ασθένειες και στην εξόντωση της ποικιλίας”.

Φυτά και ζωντανά που τράφηκαν σε έδαφος γονιμοποιημένο από το χούμο του ανέπτυξαν έναν υψηλό βαθμό ανοσίας σε μολυσματικές, παρασιτικές κι εκφυλιστικές ασθένειες. Πέρα απ’αυτό, η μέθοδός του αποδείχτηκε όχι μόνο προληπτική αλλά και θεραπευτική.

Το 1916 ο σερ Άλμπερτ ήδη διακήρυσσε ότι τα χημικά λιπάσματα ήταν καθαρή σπατάλη χρημάτων, υποστηρίζοντας ότι η οργανική ύλη, σε συνδυασμό με το σωστό αερισμό που πρόσφερε, ήταν αρκετή από μόνη της για να επιτρέπει στα μικρόβια να παρέχουν ποσότητες θρεπτικών υλών επαρκείς για όλο τον κόσμο.

Επιστρέφοντας στην Αγγλία το 1931 μετά από 30 χρόνια στην Ινδία, ο σερ Άλμπερτ έγινε γνωστός σαν ιδρυτής του “οργανικού” κινήματος κι επιδόθηκε στην εξάπλωση των ιδεών του. Πριν αρχίσει ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος είχε ήδη εκδώσει τη Γεωργική Διαθήκη του και την ακολούθησε, όταν σταμάτησαν οι πυροβολισμοί, το Έδαφος και Υγεία, ένα βιβλίο με το οποίο προειδοποιούσε ότι η χρήση συνθετικών χημικών λιπασμάτων έχει σαν αποτέλεσμα την ελαττωματική σύνθεση πρωτεϊνης στα φύλλα και κατά συνέπεια πολλές από τις αρρώστειες που χτυπούν τα φυτά, τα ζώα και τους ανθρώπους.


Σαν υγιή εναλλακτική λύση πρότεινε ένα απλό σύστημα με το οποίο οι πρωτεϊνες αυτές παράγονται από φρέσκο χούμο και τα παράγωγά του, γεγονός που, όπως υποστήριζε, κάνει “τα πάντα να πηγαίνουν καλά. Το φυτό αντιστέκεται στην ασθένεια και η ποικιλία του κυριολεκτικά διαιωνίζεται”.

Μάταια ισχυροί υποστηρικτές του σερ Άλμπερτ, όπως η λαίδη Εύα Μπάλφουρ, βοήθησαν τον αγώνα στην Βρετανία, διοργανώνοντας το Σύνδεσμο Εδάφους και εκδίδοντας ένα πειστικότατο έργο με τίτλο Η Ζωντανή Γη. Δικαίωνε το βασικό επιχείρημα του Χάουαρντ ότι ο χούμος χαρίζει στα φυτά μια ικανότητα αντίστασης στις ασθένειες, που ισοδυναμεί σχεδόν με ανοσία, κάτι το οποίο δεν μπορούσαν να προσφέρουν τα τεχνητά λιπάσματα.

Η λαίδη Εύα υπέδειξε με σαφήνεια ότι η ενέργεια του λιπάσματος δεν οφείλεται στις φυτικές θρεπτικές ουσίες που περιέχει αλλά στη βιολογική του αντίδραση, η οποία τροποποιεί ριζικά τη μικροχλωρίδα του εδάφους. “Όλες αυτές οι ουσίες είναι απλώς μερικές από τις πρώτες ύλες απ’τις οποίες μπορεί να φτιαχτεί ο χούμος. Δεν μπορούν να γίνουν χούμος αν δεν πραγματοποιηθεί ο μεταβολισμός τους από τους οργανισμούς του εδάφους”.

Οι αντίπαλοι που είχε ν’αντιμετωπίσει όμως ήταν πολύ ισχυρότεροι. Οι Αυτοκρατορικές Χημικές Βιομηχανίες συνέχισαν το έργο τους απτόητες. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, ύψωσε το λάβαρο ο Τ.Ι. Ροντέιλ και ξεκίνησε την εκστρατεία του με το περιοδικό Οργανική Κηπουρική και Αγροκαλλιέργεια, τα αξιώματα του οποίου βρήκαν υποστήριξη στο Pay Dirt, που εκδόθηκε το 1945. Στο Έμαους της Πενσιλβάνια, ο Ροντέιλ δημιούργησε ένα πειραματικό οργανικό αγρόκτημα κι έλαβε ενεργό μέρος στη διοργάνωση οργανικών κηπουρικών συλλόγων σε όλες τις Ηνωμένες Πολιτείες. Τόνιζε ότι στην Κίνα η οργανική καλλιέργεια έτρεφε έναν πληθυσμό εννεακοσίων εκατομμυρίων, σχεδόν άλλων τόσων ζώων κι ότι περίπου στην ίδια έκταση αρόσιμης γης με εκείνη των Ηνωμένων Πολιτειών τον τριπλάσιο αριθμό χοίρων.

Χρησιμοποιούσε αναφορές από επισκέπτες της Κίνας που έλεγαν ότι δεν υπήρχαν πείνα ή φτώχεια κι όλα αυτά χωρίς τεράστιες δόσεις χημικών ουσιών εντομοκτόνων και τερατωδών πετρελαιοβόρων μηχανημάτων, αλλά μόνο με την προσεκτική ανάμειξη κάθε οργανικής ύλης και μια μέθοδο εντατικής εργασίας.

Επιστημονική υποστήριξη για τα επιχειρήματα υπέρ της οργανικής καλλιέργειας προσφέρθηκε σε έξοχη γλώσσα από έναν απ’τους πιο εξαιρετικούς εδαφολόγους που έβγαλε ποτέ η Αμερική, τον δρ. Ουίλιαμ Α. Άλμπρεχτ, πρόεδρο του τμήματος εδαφολογίας στο πανεπιστήμιο του Μιζούρι, με τέσσερα πτυχία από το πανεπιστήμιο του Ιλινόις. Πολυταξιδεμένος, είχε μελετήσει από κοντά τα εδάφη της Μεγάλης Βρετανίας, της ευρωπαϊκής ηπείρου και της Αυστραλίας, συνάγοντας συμπεράσματα πλουτισμένα από το μεγάλωμά του σαν αγροτόπαιδο. Τα εκτεταμένα πειράματά του στη φυτοκαλλιέργεια και την κτηνοτροφία, επιβεβαίωσαν τις παρατηρήσεις του σχετικά με το ότι η φθίνουσα γονιμότητα του εδάφους, οφειλόμενη σε έλλειψη οργανικής ύλης, βασικών συστατικών και ιχνοστοιχείων, έφερε την ευθύνη για κάθε ανεπαρκή συγκομιδή και παράλληλα για κάθε παθολογικό πρόβλημα ζώων που τρέφονταν ελλειμματικά από αυτό το έδαφος, χωρίς ν’αποτελεί εξαίρεση ο άνθρωπος. Τα εκφυλιστικά νοσήματα σαν αιτίες θανάτου στις Ηνωμένες Πολιτείες είχαν ανέβει από 39% στη δεκαετία 1920-29 σε 60% το 1948.

Η οργανική ύλη, είπε ο Άλμπρεχτ, θα μπορούσε να ονομαστεί κράση του εδάφους. Και μια καλή κράση, πρόσθεσε μελαγχολικά, είναι η ικανότητα, σύμφωνα με το νόημά της όπως χρησιμοποιείται στο ιατρικό επάγγελμα, ενός ατόμου να επιβιώνει παρά την ύπαρξη των γιατρών και όχι επειδή υπάρχουν. Τα έντομα και οι αρρώστιες, παρατήρησε, είναι τα συμπτώματα ενός πάσχοντος φυτού, όχι τα αίτια. “Η χρήση δηλητηριωδών ψεκασμών είναι μια πράξη απόγνωσης σε μια γεωργία που πεθαίνει. Η τοποθέτηση λιπασμάτων είναι η τέχνη τού να βάζεις αλάτι στο χώμα έτσι ώστε οι ρίζες των φυτών να τα καταφέρνουν με κάποιο τρόπο να του ξεφεύγουν!”

Συνοπτικά αυτό που διακήρυσσε ήταν ότι τα αγριόχορτα δεν είναι τίποτα άλλο από ένας γνώμονας της φύσης του εδάφους.

“Γι’αυτό το λόγο είναι λάθος να βασιζόμαστε σε ζιζανιοκτόνα για να τα εξολοθρεύσουμε, αφού οι χημικές ουσίες έχουν να κάνουν με το αποτέλεσμα κι όχι το αίτιο. Τα έντομα και τα αρπαχτικά της φύσης είναι συνεργεία καθαρισμού που τα φωνάζουμε όταν χρειάζονται και τα διώχνουμε όταν δε χρειάζονται. Οι απώλειες φυτών σε περιόδους ξηρασίας ή ψύχους δεν είναι τόσο το αποτέλεσμα της ανομβρίας ή του κρύου όσο της έλλειψης θρεπτικών ουσιών. Οι φόρμουλες ΝΡΚ (άζωτο, φώσφορος, κάλιο), όπως νομοθετήθηκαν κι εφαρμόστηκαν από το υπουργείο Γεωργίας, σημαίνουν υποσιτισμό, επιδρομές από έντομα, βακτηρίδια και παράσιτα, κατάληψη από αγριόχορτα, απώλεια καλλιεργειών σε περιόδους ξηρασίας και γενική κατάπτωση στην πνευματική διαύγεια του πληθυσμού, που οδηγεί σε εκφυλιστικά μεταβολικά νοσήματα και στον πρόωρο θάνατο”.
Η τεράστια σε όγκο βιβλιογραφία που συνοδεύει τα επιστημονικά κι εκλαϊκευμένα άρθρα του Άλμπρεχτ μαρτυρεί μια ολόκληρη ζωή ενδελεχούς επιστημονικής μελέτης τόσο της χημείας όσο και της βιολογίας του πλανήτη, εμφανίζοντας τη θεμελιακή ανάγκη διατροφής φυτών, ζώων και ανθρώπων μέσω της φροντίδας του ίδιου του εδάφους και της διόρθωσης διαιτολογικών ατελειών στην αφετηρία τους: το έδαφος.

Αν κέρδιζε τις εκλογές του 1948 ο Τόμας Ε. Ντιούι από τον Χάρι Σ. Τρούμαν, ο Μπρόμφιλντ θα γινόταν υπουργός Γεωργίας στις ΗΠΑ, με στόχο του “τον εκτροχιασμό της απολιθωματικής τεχνολογίας που είχε καταδυναστεύσει το μηχανισμό παιδείας, το ΑΥΓ και όλο τον αγροτικό Τύπο”.

Ο θρίαμβος όμως του Τρούμαν σήμαινε την πολιτική του σκόπιμου αφανισμού μικρών αγροτών από βιομηχανικά κέντρα και της εξαπόλυσης των πετροχημικών προϊόντων. Με την δημιουργία της CIA και του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας από τον Τρούμαν, ειδικά εκπαιδευμένων σε “βρομιές”, οι πολυεθνικές μπόρεσαν, συχνά με την αμφίεση της AID, να επιβάλουν τις θανάσιμες χημικές ουσίες τους όχι μόνο στην Αμερική, Βόρεια και Νότια, αλλά και σε όλες τις αγορές του Τρίτου Κόσμου. Οι Ινδοί του σερ Άλμπρεχτ υπέστησαν πλύση εγκεφάλου και διαφθάρηκαν σε σημείο που πότισαν τα υγιή σπαρτά τους με κάθε είδος δηλητηρίου. Η κατανάλωση χημικών λιπασμάτων στην Ινδία ανέβηκε από 1,1 εκατομμύριο τόνους το 1966-67 σε 50 εκατομμύρια τόνους το 1978-79. (Κατά τα τέλη της δεκαετίας 1960-70 οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Παγκόσμια Τράπεζα άσκησαν πίεση στην Ινδία για να επιτρέψει σε δυτικές χημικές εταιρίες όπως η Standard Oil της Καλιφόρνιας και η International Minerals & Chemicals να χτίσουν εργοστάσια λιπασμάτων στα εδάφη της. Η συμπαιγνία αποδεικνύεται από το γεγονός ότι οι αγρότες λάβαιναν επιχορηγήσεις από την ινδική κυβέρνηση 10 ως 20% για λιπάσματα και 25% για γεωργικά φάρμακα επιπλέον των κυβερνητικών δανείων που έπαιρναν για να τα ξεπληρώσουν. Το αποτέλεσμα ήταν ν’ανέβει η κατανάλωση λιπασμάτων σ’ένα τμήμα της Ινδίας μεταξύ 1969 και 1979 από 3,5 σε 50 χιλιόγραμμα ανά εκτάριο).

Παρ’όλο που ο Άλμπρεχτ ήταν ο σημαντικότερος επιστημονικός υποστηριχτής της οργανικής αγροκαλλιέργειας στην Αμερική, καμιά σύγχρονη φωνή δεν έχει ακουστεί ενάντια στην κοινωνική αδικία, την περιβαλλοντολογική απάτη και την εμπορική υποκρισία σε ό,τι έχει σχέση με την αγρονομία καθαρότερα, ειλικρινέστερα και μαχητικότερα από εκείνη του Τσάρλς Γουόλτερς, Τζούνιορ. Γερμανικής καταγωγής και γεννημένος στο Κάνσας, ο Γουόλτερς επιμελείται κι εκδίδει από το 1971 ένα μηνιαίο περιοδικό που τα λέει έξω από τα δόντια, το Acres U.S.A.: A Voice for Eco-Agriculture κι όπου το Eco σημαίνει τόσο οικονομικό όσο και οικολογικό.

Με σπουδές οικονομολογίας κοντά στους ιησουίτες δασκάλους του, ο Γουόλτερς έχει αγωνιστεί σχεδόν ολομόναχος ενάντια στην κληρονομιά του Τρούμαν που θέλει τον αφανισμό του αγρότη, υποστηρίζοντας την αρχή της γεωργικής ισότητας, μιας ιδέας τόσο ευκολονόητης ώστε οι περισσότεροι οικονομολόγοι και αρθρογράφοι οικονομικών εφημερίδων να τη χαρακτηρίζουν “αφελή”. *(Καθισμένοι στο γραφείο του, στο Ρεϊτάουν του Μιζούρι, ακούσαμε τον Γουόλτερ να μιλάει στο τηλέφωνο με έναν από τους εκατοντάδες αγρότες που προσπαθούν να λύσουν το μυστήριο της ισότητας και να δίνει αμέσως την εξήγηση με λίγα λόγια: “Όταν υπάρχει ανταλλαγή στο άρτιο”, είπε ο Γουόλτερς, “δηλαδή όταν ο αγρότης παίρνει το συνολικό αντίτιμο για το προϊόν του κι όχι αυθαίρετα πετσοκομμένο - σε ίση βάση με όσα χρειάστηκε να πληρώσει για ό,τι εισήγαγε στο αγρόκτημά του - τότε ευημερεί. Έχει τη δυνατότητα να εξοφλήσει τα χρέη του. Μπορεί ν’απολαύσει τα κέρδη του δικαίου. Από την άλλη πλευρά αυτής της εξίσωσης - κι εδώ δημιουργείται το πρόβλημα - θα πρέπει να πεινάσουν οι τραπεζίτες και οι δανειστές χρημάτων. Ο αγρότης δε χρειάζεται τα χρήματά τους. Οι ανά τον κόσμο εκμεταλλευτές χάνουν τη βάση τους, οι κατασκευαστές πυρομαχικών βλέπουν τα κέρδη τους να διαβρώνονται από την ειρήνη. Όταν οι βασικές πρώτες ύλες διασχίζουν σύνορα σε επίπεδα χαμηλότερα από το συνάλλαγμα στο άρτιο, ακολουθούν στρατεύματα”. Τέτοια λόγια, όσο λογικά κι αν ακούγονται σήμερα, στην εποχή του Μακάρθι θα έβαζαν σε μπελάδες αυτόν που τα ‘λεγε)*. Το σύνθημα του Γουόλτερς, “Φτηνή τροφή σημαίνει άρρωστους ή πεινασμένους ανθρώπους”, προσδίνει δραματική έμφαση στο πιστεύω του ότι με τον ίδιο τρόπο που δεν μπορεί ένας αγρότης του Κάνσας να επιτύχει ένα δίκαιο αντίτιμο για τα προϊόντα του, δεν μπορεί κι ένας Αφρικανός Ζουλού να πληρώσει για να τ’αγοράσει, εφόσον η τιμή των τροφίμων διατηρείται αυθαίρετα κάτω από την κανονική τιμή τους στην αγορά.

Το 1962, με την έκδοση του αιφνιδιαστικά αποκαλυπτικού βιβλίου Βουβή Άνοιξη της Ρέιτσελ Κάρσον, ο κόσμος συνειδητοποίησε σοκαρισμένος τον κίνδυνο της κατάστασης και τα οργανικά απέκτησαν ένα καινούργιο νόημα στην Αμερική. Είχε ασκηθεί μεγάλη πίεση στο περιοδικό The New Yorker από τις χημικές εταιρίες για να μη δημοσιεύσει τα άρθρα της, ενώ ο εκδοτικός οίκος Χόουτον Μίφλιν είχε απειληθεί με δικαστικές αγωγές για να μη βγάλει το βιβλίο της, επειδή κυκλοφορούσαν φήμες ότι ήταν κομουνίστρια *(Ο Τζακ Ντόιλ, διευθυντής Γεωργικών Προγραμμάτων για το Ίδρυμα Περιβαλλοντολογικής Πολιτικής, στο έξοχο βιβλίο του Αλλοιωμένη Σοδειά, αναφέρει ότι από τη στιγμή που το βιβλίο της Κάρσον τράβηξε την προσοχή του κόσμου στην οξεία τοξικότητα ορισμένων ζιζανιοκτόνων και στην ανεξέλεγκτη χρήση τους σε ολόκληρη τη χώρα, αρκετά μέλη της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών που ασχολούνταν με προβλήματα των γεωργικών φαρμάκων και άλλα παρεμφερή θέματα επέκριναν το βιβλίο. Ο Ι.Λ. Μπόλντουιν, πρόεδρος της επιτροπής ελέγχου παρασίτων, έγραψε μια μακροσκελή κριτική στο περιοδικό Επιστήμες. Ένα άλλο μέλος της επιτροπής ελέγχου παρασίτων, ο οικονομολόγος και εντομολόγος Τζορτζ Κ. Ντέκερ - που ασκούσε επίσης συχνά καθήκοντα συμβούλου σε χημικές βιομηχανίες - αποκάλεσε το βιβλίο “επιστημονική φαντασία” με μηνύματα ανάλογα εκείνων του τηλεοπτικού προγράμματος Ζώνη του Ημίφωτος. Σε συνεδριάσεις του Κογκρέσου, ο Μίτσελ Ρ. Ζέιβον, σύμβουλος της εταιρείας Σελ Κέμικαλ, επίσης μέλος της ακαδημαϊκής επιτροπής ελέγχου παρασίτων, χαρακτήρισε την Κάρσον σαν μια από τους “δημαγωγούς φόβου”, η εκστρατεία των οποίων ενάντια στα παρασιτοκτόνα “θα στερούσε την τροφή από ανθρώπους όλου του κόσμου”. Δυο άλλοι ακαδημαϊκοί επιστήμονες παρατήρησαν ότι το βιβλίο της Κάρσον έπασχε από άγνοια και προκατάληψη κι ότι είχε αγνοήσει τους αντικειμενικούς ελέγχους παρασιτοκτόνων από υπεύθυνα σώματα όπως η ίδια η ακαδημία!)* .

Ωστόσο, το 1963, ο δρ. Τζέρομ Βάισνερ, επιστημονικός σύμβουλος του προέδρου Τζον Φ. Κένεντι, καταθέτοντας σε μια επιτροπή που είχε συγκληθεί για να εξετάσει τα επιχειρήματα της Βουβής Άνοιξης, δήλωσε: “Η χρήση γεωργικών φαρμάκων είναι πιο επικίνδυνη κι από την ατομική ραδιενέργεια”.

Η Κάρσον είχε γράψει: “Με το δίκιο μας πανικοβαλλόμαστε από τις γενετικές συνέπειες της ραδιενέργειας… Πώς μπορούμε λοιπόν να μείνουμε αδιάφοροι για τις ίδιες συνέπειες από γεωργικές χημικές ουσίες που χρησιμοποιούνται ελεύθερα στο περιβάλλον;”

Το νόημα αυτής της παράξενης γλώσσας, όπως έσπευσε να παρατηρήσει ο Τσαρλς Γουόλτερς στο Acres U.S.A., έγινε καταληπτό μόνο όταν ένας Ιταλός επιστήμονας, ο Αμέριγκο Μόσκα, που είχε κερδίσει το βραβείο χημείας στην Παγκόσμια Έκθεση των Βρυξελλών, έκανε γνωστές ορισμένες εκπληκτικές διαπιστώσεις του. Ο Μόσκα τόνισε ότι οι τοξικές γεωργικές χημικές ουσίες είναι ραδιενεργομιμητικές επειδή αντιγράφουν πιστά τη φύση της ραδιενέργειας.

H ζημιά που προκαλείται από την πυρηνική ραδιενέργεια είναι ίδια με τη ζημιά που προκαλεί η χρήση τοξικών γενετικών χημικών ουσιών, είπε ο Μόσκα. Και η χρήση παρασιτοκτόνων από οργανικές συνθέσεις (Ζινέμπ, Καπτάν, Φαλτάν, κ.λπ.) προκαλεί κάθε χρόνο την ίδια ζημιά σε σημερινές και μελλοντικές γενεές με την ατομική ραδιενέργεια 29 βομβών υδρογόνου των 14 μεγατόνων - κάτι που ισοδυναμεί με τη ραδιενέργεια 14,500 ατομικών βομβών του τύπου της Χιροσίμα.

Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Μόσκα, κατά τη διάρκεια της δεκαετίας 1970-80 η ετήσια χρήση τοξικών γενετικών χημικών ουσιών στις Ηνωμένες Πολιτείες έφτασε περίπου τους 453,000 τόνους, προξενώντας ζημιά ανάλογη με εκείνη της ατομικής ραδιενέργειας 145 βομβών υδρογόνου των 14 μεγατόνων ή 72,000 ατομικών βομβών του τύπου της Χιροσίμα. Και με χάρτες, σχεδιαγράμματα και στατιστικές - όλα μέρος των αποκαλύψεών του - ο Ιταλός επιστήμονας απέδειξε ότι τα διανοητικά καθυστερημένα νεογνά είχαν φτάσει στο απίθανο ποσοστό του 15% επί όλων των γεννήσεων. Το συμπέρασμά του ήταν ότι η ζημιά σε φυτά, σπαρτά και στη γονιμότητα του εδάφους, σε συνδυασμό με τη ρύπανση του νερού, ήταν εκ των πραγμάτων ανυπολόγιστη. Η μέτρηση σπέρματος του μέσου Αμερικανού έχει παρουσιάσει μείωση 30% σε σύγκριση με 30 χρόνια πριν και αποδίδεται στα παρασιτοκτόνα από χλωριωμένο υδρογονάνθρακα (PCB, DDT, κ.τ.λ.), ενώ το 25% των φοιτητών στα πανεπιστήμια είναι ήδη στείροι. Αν συνεχιστεί το σενάριο με τον ίδιο τρόπο, θα δούμε την καταστροφή του αμερικανικού λαού το πολύ σε μια γενεά.
Η πλήρης έκθεση του Μόσκα κρίθηκε απόρρητη από την ιταλική κυβέρνηση και θα δημοσιευτεί μόνο μετά από 50 χρόνια - μέχρι τότε, ίσως, ελπίζεται ότι οι φοβερές φήμες για τη Μοντέντισον - κατασκευάστρια μεγατόνων λιπασμάτων, ζιζανιοκτόνων και παρασιτοκτόνων - θα έχουν καλυφτεί και λησμονηθεί. *(Το 1975, ο Τσέζαρε Μερτσαγκόρα ισχυρίστηκε ότι όταν ανέλαβε την προεδρία της Μοντέντισον ο προκάτοχός του του έδωσε 4 χαρτοσακούλες γεμάτες με στοιχεία για τις οικονομικές ατασθαλίες της εταιρίας)*.

Διασχίζοντας με το αυτοκίνητό του εκατοντάδες μίλια δρόμων στην ύπαιθρο, ο Γουόλτερς δεν μπορούσε να μην προσέξει τον αυξημένο αριθμό κηδειών φίλων του αγροτών, που οφείλονταν σε θανάτους από καρκίνο, και πολλά τερατόμορφα παιδιά, με παραμορφωμένα σώματα ή διανοητικά καθυστερημένα. Πενθώντας για τον πρόωρο θάνατο από καρκίνο της αδελφής του, που είχε εκτεθεί σε γεωργικές χημικές ουσίες στο εργοστάσιο που εργαζόταν, έβαλε σαν τίτλο σε ένα πρωτοσέλιδο άρθρο του: “Αξίζει να Υπάρχει η Σύγχρονη Γεωργία;”

Κι ο Γουόλτερς ήταν από τους πρώτους που αποκάλυψαν τους κινδύνους πίσω από την πολυδιαφημισμένη σήμερα ακτινοβολία τροφίμων για την εξολόθρευση των παθογόνων και την παράταση της ζωής τους πάνω στα ράφια.

“Όταν είδα την παρασκηνιακή προώθηση αυτής της διαδικασίας (είπε ο Γουόλτερς), ανέφερα τα ονόματα δεκάδων επιστημόνων που είχαν προειδοποιήσει τις αρχές για ορισμένες από τις επιπτώσεις που θα είχαν τα τρόφιμα τα οποία είχαν υποστεί ακτινοβολία: βλάβες στο έμβρυο, μειωμένη πεπτικότητα, κακοήθη λυμφώματα σε ποντικούς, μεταβολές οργάνων και άλλα πολλά. Επειδή οι παρενέργειες της κατανάλωσης τροφίμων που έχουν υποστεί ακτινοβολία για το ζωντανό ιστό είναι παρόμοιες με εκείνες της άμεσης ραδιενέργειας, τα συναφή προβλήματα, που συμπεριλαμβάνουν τη σταδιακή μείωση αντίστασης σε μολυσματικές ασθένειες, μαζί και του AIDS, άξιζαν κάποιας προσοχής, αλλά οι επικυρίαρχοι των επιστημών υπερασπίζονται την ακτινοβολία με το επιχείρημα ότι είναι φτηνή”.

Το ότι όλη αυτή η φρίκη είναι άσκοπη, περιττή και αποφευκτέα το έχουν αποδείξει σήμερα μερικοί χαρούμενοι πολεμιστές με τον αγώνα τους για την οργανική αγροκαλλιέργεια. Υγιεινές και οικονομικές εναλλακτικές λύσεις υπάρχουν, αν κι ορισμένες από αυτές φαίνονται εξωπραγματικές. Για να διαπιστώσουμε τι ακριβώς είναι, ταξιδέψαμε από τη μια ως την άλλη άκρη του πλανήτη. Το βιβλίο αυτό το εκδώσαμε για να τις περιγράψουμε, μαζί μ’ένα παράρτημα για το πού και πώς μπορούν να εφαρμοστούν αυτές οι γνώσεις. Με μια μικρή προσπάθεια, ο πλανήτης μπορεί να σωθεί από την καταστροφή, τη διαφθορά, τη δηλητηρίαση και τη ρύπανση. Η Γη της Επαγγελίας δε χάθηκε για πάντα. Το μυστικό της αναγέννησής της δεν είναι θαμμένο βαθύτερα από τα πρώτα λίγα εκατοστά του εδάφους σας.

Πηγή: Μυστικά του εδάφους - Peter Tompkins and Christopher Bird

1 comment:

ecoChris said...

Έκανες πολύ καλά που παρουσίασες το συγκεκριμένο βιβλίο.

Είναι αποκαλυπτικό και πολύ διαφωτιστικό για το πως φτάσαμε στη σημερινή κάτασταση φτώχειας και καταστροφής των εδαφών.

Θα το αγοράσω το συντομότερο.